- ἐπιστολαῖς
- посланиях
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
ἐπιστολαῖς — ἐπιστολή anything sent by a messenger fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσαγορεύω — ΝΜΑ [ἀγορεύω] 1. προσφωνώ, απευθύνω σε κάποιον δημόσια χαιρετισμό, εκφωνώ χαιρετιστήρια αγόρευση 2. τιτλοφορώ κάποιον, αποκαλώ κάποιον με τον τίτλο που έχει ή που τού απονέμω αρχ. 1. χαιρετίζω («ἐν ταῑς ἐπιστολαῑς τοὺς φίλους προσαγορεύουσι»,… … Dictionary of Greek
στηλιτευτικός — ή, όν, ΜΑ [στηλιτεύω] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην στηλίτευση 2. αυτός που στηλιτεύει, που καταγγέλλει και κατακρίνει κάποιον με εξαιρετικά αυστηρό τρόπο («στηλιτευτικαῑς ἐπιστολαῑς», Βασ.) … Dictionary of Greek